Για να αποδώσει, πρέπει να νιώθει καλά. Ακόμα κι αν αυτό σημαίνει να φοράει ισοθερμικό με καύσωνα. Ο Ντιέγκο Μπίσεσβαρ πάντα ήταν λίγο παράξενος, πάντα ήταν λίγο αρίστας, πάντα ήταν λίγο ράθυμος. Μα πάντα ήθελε να νιώθει αγάπη…
Λίγα λεπτά αφότου είχε ολοκληρωθεί ένα από τα πρώτα του παιχνίδια με τη Φέγενορντ, ένας ρεπόρτερ τον είχε πλησιάσει. «Μπορώ να σου κάνω μια ερώτηση», τού είπε. «Γιατί;», απάντησε εκείνος, 18 ετών τότε και έφυγε μακριά. Τον δημοσιογράφο τον κυνήγησε ο πατέρας του. «Συγγνώμη εκ μέρους του γιου μου. Δε φέρεται λογικά», πρόλαβε να του πει ο Αστράντο και με τον τρόπο του συνέβαλε να δημιουργηθεί ένας ακόμα μύθος για τον γιο του.
Ορίστε! Τα έχετε όλα… Ντιέγκο Μπίσεσβαρ. Ο «αρτίστας» που ήθελε να τα κάνει όλα με τον δικό του τρόπο. Ο «αρτίστας» που έπειτα από πέντε χρόνια στην Τούμπα, ακόμα προσφέρει βραδιές σαν τη χθεσινή, ο «αρτίστας» που αξίζει λίγη αγάπη… Έτσι δεν είναι;
Ο Ραζβάν Λουτσέσκου τον γνωρίζει. Αρκετά καλά, ώστε να μην του κάνουν εντύπωση ιστορίες σαν την παραπάνω. Αρκετά καλά, ώστε να μη διστάσει παρότι τον έχει 15 μέρες στην ομάδα να τον ξεκινήσει βασικό στον κρίσιμο χθεσινό επαναληπτικό. Ξέρει τι μπορεί να πάρει, ξέρει και τι δεν μπορεί να πάρει. «Δεν με εκπλήσσουν αυτά που έκανε, ξέρω πως είναι φανταστικός παίκτης. Είναι καθοριστικός, έχει ποιότητα και αυτοπεποίθηση», δήλωσε ο Ρουμάνος προπονητής μετά το χθεσινό ματςκαι η ιδιαίτερη σχέση τους, είχε ξεκινήσει ιδιαίτερα πριν τέσσερα χρόνια. Τότε που ο Ρουμάνος αναλάμβανε τον ΠΑΟΚ και ο Ντιέγκο ακόμα έψαχνε τα πατήματά του στην Τούμπα.
«Ο Μπίσε δεν ήταν ο ποδοσφαιριστής, ο οποίος ήθελε να δουλεύει τόσο πολύ, δεν ήθελε να τρέχει τόσο πολύ. Δεν τον έβαλα βασικό μετά από δύο-τρία παιχνίδια. Ήμουν λίγο προβληματισμένος, επειδή την ίδια στιγμή τον αγαπούσα για το ταλέντο, για την ποιότητά του, για την ευκολία στις κινήσεις του, όταν είχε την μπάλα, για τις μεταβιβάσεις, καθώς και για τις ασίστ του. Όλοι οι προπονητές, που έχουν τον Μπίσε, πρέπει να είναι χαρούμενοι. Πρέπει, ωστόσο, να ξέρει πώς τον υπολογίζεις, ότι τον εκτιμάς, να τον κάνεις να νιώσει απαραίτητος».
Απαραίτητος, όπως για παράδειγμα, τη χρονιά του νταμπλ όταν πέτυχε δέκα γκολ και έδωσε δέκα ασίστ… Απαραίτητος, όπως για παράδειγμα τον Ιανουάριο του 2019, όταν ο ΠΑΟΚ τον κάλεσε για να ανανεώσει το συμβόλαιό του για τρία χρόνια. Απαραίτητος, όπως για παράδειγμα, στο Άμστερνταμ το καλοκαίρι του 2019 όταν ήθελε να δείξει στους άσπονδους φίλους του ότι - επιτέλους – ωρίμασε και έκανε την εμφάνισή της ζωής, αναγκάζοντας τους Ολλανδούς να τον αποθεώνουν.
Και οι Ολλανδοί, ω ναι οι Ολλανδοί - εκείνοι και αν ήξεραν…
Μια ιστορία τρέλας!
Μια ιστορία κλασική, μια ιστορία όμορφη, μια ιστορία διδακτική, μια ιστορία ατίθαση. Η πιο χαρακτηριστική λέξη. Ατίθασος, και αντιδραστικός. «Ήμουν πάντα πεισματάρης, έκανα το αντίθετο από αυτό που μου έλεγαν. Αν μου έλεγε ο προπονητής να πάω δεξιά, εγώ επέλεγα να πάω αριστερά». Κάποια στιγμή εμφανίστηκαν κάποια σημάδια ωρίμανσης στο μυαλό του και σοκαρισμένος ο κόσμος, άκουσε τον Ντιέγκο Μπίσεσβαρ να παραδέχεται ότι έχει κάνει λάθη. Ήταν όταν έπαιρνε την τελευταία ευκαιρία στην καριέρα του. Την απολύτως τελευταία. Μέχρι τότε δεν είχε μιλήσει ποτέ για τα λάθη του, δεν τα είχε παραδεχτεί ποτέ. Απλά απολάμβανε να τα κάνει! Όσο κι αν πάλευαν ο Αστράντο και η Σάντρα, ο Ντιέγκο δεν έβαζε μυαλό. Έχανε προπονήσεις, έχανε αγώνες, κυνηγούσε διαιτητές, τσακωνόταν με προπονητές κι αν καμιά φορά βαριόταν, πήγαινε και έπαιζε με φίλους του σε ερασιτεχνικό πρωτάθλημα, ενώ ήταν επαγγελματίας ποδοσφαιριστής. Καλό, ε;
Αν θες να ξεκινήσεις από κάπου, η αφετηρία είναι πάντα οι γονείς. Γεννημένοι στο Σουρινάμ, μετανάστευσαν στην Ολλανδία, προκειμένου να εξασφαλίσουν μια καλύτερη ζωή για τους ίδιους και τα τέσσερα παιδιά τους. Τρία αγόρια και ένα κορίτσι, με τον Ντιέγκο να έχει έρθει δεύτερος στη ζωή. «Το όνομά μου; Πολλοί το συσχετίζουν με τον Μαραντόνα, όμως απλά είναι ένα όνομα που άρεσε στους γονείς μου», θα πει ο Μπίσεσβαρ σε μια από τις πρώτες του συνεντεύξεις. Ήταν από εκείνες τις συνεντεύξεις γνωριμίας, όπου ο πρωταγωνιστής πρέπει να πει όλες τις κοινότυπες λεπτομέρειες για την παιδική του ηλικία.
Ναι, έπαιζε συνέχεια ποδόσφαιρο με τους φίλους του. Ναι, ήταν ο πλέον ταλαντούχος απ’ όλους. Ναι, κάποιος είπε στον πατέρα του να τον πάει σε ακαδημία ποδοσφαίρου. Ναι, εκεί περνούσε καλά και διασκέδαζε με τις ασκήσεις που έκαναν. Ναι, τον είδαν από τον Άγιαξ και ξετρελάθηκαν με το ταλέντο του. Ναι, ως εδώ φτάνουν οι καταφάσεις και αρχίζουν οι αρνήσεις! Ο Ντιέγκο Μπίσεσβαρ δεν ήθελε. Απλά δεν ήθελε και δεν μπορούσε να ενταχθεί σε μια ομάδα. Δεν ήταν μόνο ο κλειστός του χαρακτήρας, ήταν και οι περιορισμοί που τον τρέλαιναν.
«Ήταν το όνειρό μου να παίξω στο γήπεδο του Άγιαξ, όμως μετά από ένα χρόνο κατάλαβα ότι δεν μπορώ να μείνω άλλο εκεί. Ο λόγος; Υποθέτω επειδή ήθελα πιο πολύ παιχνίδι». Για την ιστορία να σημειώσουμε ότι ο άσος του ΠΑΟΚ έμεινε τέσσερα χρόνια στον Άγιαξ, πριν τοποθετηθεί ο αστερίσκος «μη διαχειρίσιμος», δίπλα στα διθυραμβικά σχόλια για το ταλέντο του. Έφυγε σε ηλικία 12 ετών και μετά από δύο χρόνια ήρθε ακόμα μια πρόκληση. Η Φέγενορντ, η αγαπημένη ομάδα του πατέρα του. Ο Αστράντο, οδηγός λεωφορείου του Άμστερνταμ, κυκλοφορούσε με μια τσάντα της Φέγενορντ στην πρωτεύουσα της Ολλανδίας. «Ποιος θα με πειράξει;», απαντούσε σε όποιον τον ρωτούσε αν φοβάται και σύμφωνα με μαρτυρίες συναδέρφου του, τον είχαν πειράξει αρκετές φορές, αλλά δεν τον ένοιαζε και ιδιαίτερα. «Είχε πάντα ένα αυτοκόλλητο της Φέγενορντ στην τσάντα του. Συχνά του το έσκιζαν κι εκείνος απλώς έπαιρνε και κολλούσε ένα καινούργιο».
Εκεί που με τίποτα δεν κολλούσε ήταν ο γιος του στο επαγγελματικό ποδόσφαιρο. Ταμπέλες προέκυψαν πολλές. Απειθαρχία. Ατομισμός. Αντίδραση. Ανωριμότητα. Κακή συμπεριφορά. Ερασιτεχνισμός. Εσείς μπορείτε να το πείτε κι εμείς θα βρούμε την ιστορία! Μέσα σε τρία χρόνια, από τον Μάιο του 2005, όταν έκανε επαγγελματικό ντεμπούτο με τη Φέγενορντ, μέχρι το 2008 ο Ντιέγκο Μπίσεσβαρ είχε τερματίσει τον οδηγό αντιεπαγγελματικής συμπεριφοράς.
Αποκορύφωμα ήταν η ιστορία από τον Νοέμβριο του 2005. 17 ετών μεν, επαγγελματίας ποδοσφαιριστής δε. Είχε κάνει και ντεμπούτο στο ολλανδικό πρωτάθλημα και ήταν τόσο ταλαντούχος, ώστε στη νίκη της Φέγενορντ επί της Ρόντα να έχει πετύχει το νικητήριο γκολ. Αλλά μια μέρα ήθελε να παίξει με τους φίλους του… Ε, να μην πάει; Αποφάσισε, λοιπόν, να αγωνιστεί σε έναν αγώνα ερασιτεχνικού πρωταθλήματος. Χρησιμοποίησε διαφορετικό όνομα, πήγε με τα φιλαράκια του στο γήπεδο, όμως προφανώς τον αναγνώρισαν και τιμωρήθηκε με αποβολή από όλες τις επίσημες διοργανώσεις.
Μέσα στην ίδια σεζόν, θα απασχολήσει τον οργανισμό της Φέγενορντ ακόμα δύο φορές. Στις 20 Φεβρουαρίου θα αποβληθεί (σ.σ. ήταν, ήδη, η τρίτη φορά στην καριέρα του) από τον διαιτητή λόγω άσεμνης χειρονομίας και θα υποβιβαστεί στην ομάδα νέων. Στις 31 Μαρτίου επιστρέφει και στις 15 Μαΐου το κάνει ξανά!!Όσο για τη συνέπεια στις προπονήσεις; Καλύτερα μην πάρετε συστατική επιστολή από τον προπονητή του στην Heracles Almelo, ομάδα που δόθηκε δανεικός το 2006. Έπρεπε να πάει καμιά δεκαριά φορές αργοπορημένος στην προπόνηση και να μην εμφανιστεί καν σε έναν επίσημο αγώνα, για να απελπιστεί και εκείνος μαζί του. Τον έστειλε στη δεύτερη ομάδα, μέχρι να εξαντληθεί η συμφωνία δανεισμό με τη Φέγενορντ.
Η καριέρα του σώθηκε κατά τύχη. Μετά και από τον δεύτερο αποτυχημένο δανεισμό κι ενώ είχε μπει στα 20 του χρόνια, η Φέγενορντ τον ενημέρωσε να βρει ομάδα. Ο Ντιέγκο δεν βρήκε. Ξέμεινε στο Ρότερνταμ, αλλά βρήκε έναν άνθρωπο να τον πιστέψει. Να τον εκτιμήσει. Ο Γκέρντιαν Φέερμπεκ θα δηλώσει δημοσίως ότι ο Μπίσεσβαρ έχει ωριμάσει. Ο 20χρονος θα τον επιβεβαιώσει. «Δεν πρόκειται να κάνω ξανά τα ίδια λάθη. Ξέρω ότι οι περισσότεροι σύλλογοι φοβούνται να με αποκτήσουν, εξαιτίας της φήμης που έχω. Υπάρχουν πολλές ιστορίες για μένα, αλλά δε θα τις ακούσεις ξανά. Είμαι ακόμα ο ίδιος τύπος, αλλά έχω ωριμάσει. Κατάλαβα τα λάθη μου».
Ο ίδιος τύπος εκείνη τη σεζόν έπαιξε σε 37 ματς, πέτυχε εφτά γκολ και έδωσε οκτώ ασίστ. Εκείνος ο τύπος έκανε μια αξιοπρεπέστατη καριέρα και ήρθε στην Ελλάδα το 2016. 28 ετών πριν πέντε χρόνια, αλλά τίποτα δεν είχε αλλάξει. Ήταν πάντα ο τύπος που ήθελε λίγη περισσότερη αγάπη. Δεν την αξίζει;