Η Αταλάντα θα αντιμετωπίσει αύριο (22:00, "Mapei Stadium") τη Γιουβέντους στον τελικό του Coppa Italia, διεκδικώντας το δεύτερο τρόπαιο Kυπέλλου μετά το 1963, σε αντίθεση με τη «γηραιά κυρία», που θα επιδιώξει να φτάσει στα 14.
Η συμμετοχή στον τελικό για δεύτερη φορά σε τρία χρόνια είναι μία επιβεβαίωση της αξιοσημείωτης ανόδου της Αταλάντα, από μεσαίος-σύλλογος σε ομάδα-ελίτ, τα τελευταία πέντε χρόνια, όπως σημειώνει η συμβουλευτική εταιρεία KPMG.
Τα εντυπωσιακά επιτεύγματα του συλλόγου του Μπέργκαμο άρχισαν με την άφιξη του Τζιαν Πιέρο Γκασπερίνι το 2016. Έκτοτε, έχει οδηγήσει τον σύλλογο στις υψηλές θέσεις της Serie A και επίσης σε ευρωπαϊκές διασυλλογικές διοργανώσεις μετά από 26 χρόνια απουσίας.
Παρόλο που τα αθλητικά αποτελέσματα είναι εντυπωσιακά, ανάλογα επιτυχημένη είναι η Ατλάντα και έξω από το γήπεδο, αφού κατάφερε να σημειώσει βελτίωση οικονομικών από έτος σε έτος, συμπεριλαμβανομένων των κερδών κάθε χρόνο από το 2016, ακόμη και παρά τις επιπτώσεις της πανδημίας Covid-19.
Είναι χαρακτηριστικό ότι τα έσοδά της τριπλασιάστηκαν σε πέντε χρόνια. Αυτό οφείλεται κυρίως στη συνεχή συμμετοχή της σε διεθνείς διοργανώσεις, όπως το Europa League και το Champions League, τα οποία δημιούργησαν 61 εκατομμύρια ευρώ το 2020, ποσοστό 40% στα συνολικά έσοδα του συλλόγου. Το εμπορικό εισόδημα αυξήθηκε επίσης από 16,5 εκατ. ευρώ σε 30 εκατ. ευρώ, αύξηση 80% σε πέντε χρόνια.
Το κόστος του ρόστερ της αυξήθηκε κατά 81% από το 2016, προκειμένου να διατηρήσει τα θετικά αθλητικά αποτελέσματα της ομάδας. Το 2020 ο σύλλογος δαπάνησε 74 εκατομμύρια ευρώ, αλλά ο Γκασπερίνι έχει καταφέρει να ενσωματώσει παίκτες από τις ακαδημίες του συλλόγου και, μαζί με τους ιδιοκτήτες, την οικογένεια Περκάσι, δημιούργησαν μια ισορροπία.
Σε καθένα από τα τελευταία πέντε χρόνια, η Αταλάντα κατέγραψε θετικό ισοζύγιο συναλλαγών παικτών, το οποίο ήταν 22 εκατομμύρια ευρώ το 2016, και αυξήθηκε σε ρεκόρ συλλόγου 68 εκατομμυρίων ευρώ το 2020, παρά την πανδημία.
Συνολικά η Αταλάντα συγκέντρωσε κέρδη 129 εκατομμυρίων ευρώ από το 2016, μέσος όρος 25 εκατομμύρια ετησίως, ενώ για παράδειγμα η Μίλαν σημείωσε μέση ετήσια απώλεια περίπου 125 εκατομμύρια. ευρώ στο ίδιο χρονικό διάστημα.
Πηγή ΑΜΠΕ